ἀλαστορίᾳ

ἀλαστορίᾳ
ἀλαστορίᾱͅ , ἀλαστορία
vengeance of heaven
fem dat sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αλαστορία — ἀλαστορία, η (Α) [ἀλάστορος] 1. η τιμωρός εκδίκηση τού υπέρτατου όντος 2. κακία, πονηρία, ανοσιότητα …   Dictionary of Greek

  • ἀλαστορίας — ἀλαστορίᾱς , ἀλαστορία vengeance of heaven fem acc pl ἀλαστορίᾱς , ἀλαστορία vengeance of heaven fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀλαστορίαν — ἀλαστορίᾱν , ἀλαστορία vengeance of heaven fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αλάστορος — ἀλάστορος, ον (Α) αυτός που βρίσκεται υπό την επίδραση τού κακού δαίμονα, που απαιτεί εκδίκηση. [ΕΤΥΜΟΛ. Παράλληλος τ. τού επίθ. ἀλἀστωρ*. ΠΑΡ. αρχ. ἀλαστορία] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”